Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2009

Ο νόμος του Μέρφυ στα Ελληνικά οικονομικά



Πολλοί αναρωτιόντουσαν τόσα χρόνια πως είναι δυνατό η Ελλάδα να φτάνει πάντα στα όρια της κρίσης και ωστόσο να ξεπερνά τα χειρότερα. «Όλοι οι θεοί έχουν συμμαχήσει υπέρ της Ελλάδος» είχε πει κάποιος κάποτε. Πράγματι, υπήρχαν τόσα γεγονότα που θα μπορούσαν να είχαν αποδειχθεί απολύτως καταστροφικά στο παρελθόν. Όχι ότι δεν ζήσαμε εθνικές, κοινωνικές ή πολιτικές τραγωδίες ή δε θα ζήσουμε και άλλες. Οι απορίες έχουν να κάνουν με το γεγονός ότι κρατάμε εκατοντάδες αφοπλισμένες χειροβομβίδες στα χέρια μας και αν κάποιες σκάνε, όπως άλλωστε θα προέβλεπε ο Μέρφυ, εκείνο που ξαφνιάζει είναι ότι παραμένουμε ζωντανοί.

Στα οικονομικά, η χώρα μας ακόμη και σήμερα συνεχίζει να αποκρύπτει τα πραγματικά δεδομένα αναφορικά με το δημόσιο χρέος αλλά και το έλλειμμα του προϋπολογισμού και χρησιμοποιεί όλα τα λογιστικά τερτίπια έτσι ώστε αυτά να εμφανίζονται δυσανάλογα μικρά ακόμη και στο ύψος που ανακοινώνονται για το 2009 (πάνω από 12% του ΑΕΠ έλλειμμα και πάνω από 113 % του ΑΕΠ χρέος) και προβλέπονται για το 2010, χωρίς να αποτυπώνεται έτσι η πραγματική κατάσταση της Ελληνικής οικονομίας.

Κάτι τέτοιο δεν θα είχε ιδιαίτερη παγκόσμια σημασία στο παρελθόν αφού η Ελλάδα θα μπορούσε να περιορίσει τα προβλήματά της στο εσωτερικό ακολουθώντας ως λύση την τακτική της διολίσθησης της δραχμής ενώ σε ακραίες περιπτώσεις που οι διεθνείς ή άλλες συνθήκες το επέβαλαν θα μπορούσε να επιλέξει την υποτίμηση του εθνικού νομίσματος.

Σήμερα όμως που η χώρα μας είναι κομμάτι της Ευρωζώνης, δηλαδή των Ευρωπαϊκών Κρατών που έχουν υιοθετήσει το ευρώ ως εθνικό τους νόμισμα, μια οξεία ασθένεια στα οικονομικά της Ελλάδας προκαλεί πυρετό στις διεθνείς αγορές καθώς επηρεάζονται όλες οι αξίες που συνδέονται με το Ευρωπαϊκό νόμισμα. Έτσι μια πίεση στις τιμές συναλλάγματος του ευρώ δοκιμάζει τις αντοχές των μακροοικονομικών μεγεθών ειδικά σε χώρες όπως η Γερμανία για τις οποίες το σταθερό ευρωπαϊκό νόμισμα είναι ο ακρογωνιαίος λίθος τόσο της οικονομικής όσο και της εξωτερικής τους πολιτικής.

Έχουν κάθε δικαιολογία λοιπόν σήμερα οι Ευρωπαίοι να είναι δυσαρεστημένοι.

Τα προβλήματα ήταν γενικώς γνωστά αλλά το μέγεθος της απάτης άρχισε να αποκαλύπτεται όταν η Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα αλλά και άλλα Ευρωπαϊκά όργανα στο πλαίσιο εντατικοποίησης του εποπτικού τους ρόλου ζήτησαν αναλυτικά στοιχεία από την Τράπεζα της Ελλάδος ώστε να διαπιστώσουν την κατάσταση που επικρατεί στο Ελληνικό τραπεζικό σύστημα.

Υπήρχε ο φόβος ότι όπως στην Αμερική κάποιες τράπεζες δρούσαν ανεξέλεγκτα και εκτίθονταν σε αδικαιολόγητους κινδύνους με αποτέλεσμα να πτωχεύσουν έτσι και στην Ευρώπη κάποιες άλλες πολύ πιθανόν να ασκούσαν αθέμιτες και ανορθολογικές πρακτικές.

Αποκαλύφθηκε λοιπόν ότι η δημοσιονομική επέκταση της χώρας ήταν πέρα από τις παραγωγικές δυνατότητές της.

Η δημοσιοποίηση των αναθεωρημένων μακροοικονομικών στοιχείων για την Ελλάδα προκαλεί κλίμα δυσπιστίας που αποτυπώνεται σε υπερπροσφορά των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου με συνέπεια το άνοιγμα της ψαλίδας του επιτοκίου των τίτλων μεταξύ του Ελληνικού δεκαετούς ομολόγου και του αντίστοιχου Γερμανικού (Bundes) να βρίσκεται σε διαφορά που κινείται επικίνδυνα τις τελευταίες ημέρες γύρω από τις 250 μονάδες με τάση για άνοδο.

Επιπλέον, οι διεθνείς οίκοι αξιολογήσεων ο ένας μετά τον άλλον υποβαθμίζουν την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας προβλέποντας νέα υποβάθμιση. Πρώτη η Fitch, μετά η Moody's και τελευταία η Standard & Poors προχωρούν σε ένα πρώτο βήμα υποβάθμισης ενώ μέσα στο πρώτο τρίμηνο το 2010 αν δεν συμβεί κάτι το πολύ θεαματικό θα υπάρξει και νέος κύκλος υποβαθμίσεων.

Αυτό τυπικά σημαίνει ότι η χώρα δεν θα μπορεί να δανειστεί στις ξένες ανοικτές αγορές παρά μόνο με πολύ εξοντωτικούς όρους. Ακόμη και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αν και πρόσφατα μείωσε τα κριτήρια αντιστάθμισης και δέχεται ως ασφάλειες για τη χρηματοδότηση ιδιωτικών τραπεζών ομόλογα δημοσίου που έχουν ελάχιστη αξιολόγηση BBB-, τον επόμενο χρόνο πιθανόν να μην κάνει δεκτά τα ομόλογα του Ελληνικού δημοσίου πράγμα που σημαίνει ότι οι Ελληνικές τράπεζες δεν θα μπορούν να δανείζονται με το προνομιακό για τη χώρα μας επιτόκιο του 1%.

Η Ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα ο πολιτικός κόσμος δεν έχει ακόμη συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης.




Είναι πλέον φανερό ότι η χώρα δε θα μπορεί να απευθύνεται στην ελεύθερη αγορά για δανεισμό καθώς οι όροι δανεισμού χωρίς πρόσθετες εγγυήσεις θα είναι τέτοιοι που θα αυξάνουν τα πραγματικά επιτόκια με ρυθμό λογαρίθμου. Οι αρμόδιοι έχουν αποδείξει δυστυχώς ότι δεν μπορούν ή δεν γνωρίζουν να στραφούν σε μεγάλα αναπτυξιακά έργα αλλά και σε βραχυχρόνια μέτρα που θα αναστρέψουν την τάση.

Με αυτά τα δεδομένα η προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν μπορεί παρά να είναι η μόνη αναγκαστική επιλογή.

Ενώ ακόμη είναι προς διερεύνηση το ποια είναι τα πραγματικά ποσοτικά δεδομένα που αφορούν την οικονομία μας, έχουν αρχίσει να παρουσιάζονται κάποια πολύ δυσάρεστα στοιχεία αναφορικά με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του Ελληνικού δανεισμού.

Είναι προς διερεύνηση λοιπόν εάν τα ομόλογα του Ελληνικού δημοσίου που παρουσίαζαν οι Ελληνικές τράπεζες στην Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα είχαν πράγματι αποτυπωθεί με χρέωση του Ενεργητικού τους ή αν υπήρξε μια άτυπη μαύρη συναλλαγή μεταξύ τραπεζών και κράτους.

Είναι λοιπόν πολύ πιθανό, αν όχι μέχρι στιγμής βέβαιο, ότι το Ελληνικό Δημόσιο διέθετε εικονικούς τίτλους στις Ελληνικές τράπεζες χωρίς αντάλλαγμα και μετά εκείνες τους διέθεταν στην Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα απ' όπου δανείζονταν αντίστοιχα κάποια δις ευρώ με το ελάχιστο επιτόκιο δανεισμού.

Στη συνέχεια διέθεταν τα κεφάλαια στο κράτος ενώ με την ωρίμανση των τίτλων απολάμβαναν τη διαφορά του επιτοκίου, δηλαδή τόκους εκατομμυρίων ευρώ.

Πρόκειται για μεγαλοκομπίνα με τη συνεργασία κράτους και τραπεζών όπου το μεν κράτος χρησιμοποιεί τις τράπεζες για να δανείζεται ενώ οι τράπεζες επιδίδονται σε αχρεία τοκογλυφία χειρίστου είδους.

Περιττό να πούμε ότι όλα αυτά βέβαια απαγορεύονται και είναι ενάντια τόσο στο γράμμα όσο και στο πνεύμα των σχετικών διατάξεων λειτουργίας των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Μια άλλη αποδεδειγμένη απάτη είναι η παρουσίαση από το Ελληνικό δημόσιο ως τίτλων σταθερού επιτοκίου των τιμαριθμοποιημένων ομολόγων έκδοσής του.

Τα τιμαριθμοποιημένα ομόλογα είναι τίτλοι που έχουν ένα σταθερό ονομαστικό επιτόκιο αλλά το δανειακό κεφάλαιο αναπροσαρμόζεται σύμφωνα με τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή για την Ευρωζώνη εξαιρουμένου του καπνού (HICP).

Κάθε χρόνο δηλαδή ένα δανειακό κεφάλαιο τιμαριθμοποιημένου ομολόγου 1 δις με επιτόκιο 2% ανά έτος απολαμβάνει τον τόκο βάσει του επιτοκίου (2%) αλλά επί του αναπροσπαρμοσμένου κεφαλαίου που μπορεί να γίνει βάσει πληθωρισμού 1,1 δις. Άρα το πραγματικό επιτόκιο όχι μόνο δεν είναι σταθερό αλλά κυμαίνεται με την πρόσθετη εξασφάλιση για το δανειστή ότι το ποσοστό πληθωρισμού κεφαλαιοποιείται κάθε χρόνο και ακόμη και αν κάποια χρονιά ο πληθωρισμός είναι μικρότερος ή ίσος με το μηδέν ο κεφαλαιούχος θα λάβει το σταθερό επιτόκιο ως ελάχιστη αποζημίωση για τη δέσμευση του κεφαλαίου του ακόμη και αν οι τράπεζες δανείζουν χρήματα εκείνο το έτος με μηδενικό επιτόκιο.

Επί παραδείγματι τα ομόλογα του Ελληνικού δημοσίου συνολικού δανειακού κεφαλαίου 16,3 δις ευρώ:

  1. ISIN XS 02 92467 775, λήξης 25.7.2057, σταθερού επιτοκίου 2,085% (έκδοση 2007, επανέκδοση 2008, κεφάλαιο 1,6 δις)
  2. ISIN GR 03 38002 547, λήξης 25.7.2030, σταθερού επιτοκίου 2,30% (έκδοση 2007, κεφάλαιο 7,5 δις)
  3. ISIN GR 03 38001 531, λήξης 25.7.2025, σταθερού επιτοκίου 2,90% (έκδοση 2006, κεφάλαιο 7,2 δις)

Έχουν αναπροσαρμοστεί ήδη σε 17,8 δις περίπου, (καπέλο πάνω από 1,5 δις ευρώ) χωρίς να υπολογιστούν οι τόκοι που θα καταβληθούν κατά το χρόνο ωρίμανσης του τίτλου σύμφωνα με το αντίστοιχο ποσοστιαίο επιτόκιο. Είναι λοιπόν ξεκάθαρο το μέγεθος του βρόγχου που μας έχουν οδηγήσει οι κομματικοί υπουργοί με τις υπογραφές τους χωρίς να ρωτήσουν κανέναν.

Αυτά τα χρήματα και μόνο να είχαν προστεθεί στην Ελληνική παραγωγή θα μπορούσαν να κάνουν τη διαφορά.


Στις 3.5.2007 όμως το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών (ΧΑΑ) ανακοίνωνε:

Ανακοίνωση

- Το Χρηματιστήριο Αθηνών ανακοινώνει ότι κατόπιν της από 26/4/2007 έγκρισής του, από την 4/5/2007 ξεκινά η διαπραγμάτευση των ακόλουθων Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου:

- 500.000 τεμάχια του Ομολόγου του Ελληνικού Δημοσίου, έκδοσης 4/4/2005, με κωδικό ISIN GR0528002315, 12-ετούς διάρκειας, κυμαινόμενου επιτοκίου και ονομαστικής αξίας Euro 1.000.

- 1.232.001 τεμάχια του Ομολόγου του Ελληνικού Δημοσίου, έκδοσης 17/3/2006, με κωδικό ISIN GR0110018208, 3-ετούς διάρκειας, σταθερού επιτοκίου 3,40% και ονομαστικής αξίας Euro 1.000.

- 3.500.000 τεμάχια του Ομολόγου του Ελληνικού Δημοσίου, έκδοσης 16/4/2007, με κωδικό ISIN GR0338002547, 23-ετούς διάρκειας, σταθερού επιτοκίου 2,30% και ονομαστικής αξίας Euro 1.000.

- 70.000 Έντοκα Γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου, έκδοσης 6/10/2006, με κωδικό ISIN GR0004096229, ετήσιας διάρκειας, σταθερού επιτοκίου 3,53% και ονομαστικής αξίας Euro 1.000.

- 112.000 Έντοκα Γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου, έκδοσης 12/1/2007, με κωδικό ISIN GR0002061241, εξάμηνης διάρκειας, σταθερού επιτοκίου 3,54% και ονομαστικής αξίας Euro 1.000.

- 112.000 Έντοκα Γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου, έκδοσης 12/1/2007, με κωδικό ISIN GR0004097235, ετήσιας διάρκειας, σταθερού επιτοκίου 3,66% και ονομαστικής αξίας Euro 1.000.

Παρατηρούμε δηλαδή ότι στην αγορά προωθήθηκαν μόνο 3,5 δις ευρώ από τα 7,5 δις του τιμαριθμοποιημένου ομολόγου ISIN GR0338002547 ενώ επιπλέον το ομόλογο αναφέρεται στην ανακοίνωση του ΧΑΑ αναληθώς ως σταθερού επιτοκίου. Που βρίσκονται όμως τα υπόλοιπα 4 δις αν δεν έχουν δεσμευτεί στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα;




Ένα άλλο στοιχείο που σχεδόν επιβεβαιώνει ότι στο άμεσο μέλλον αν δεν οδηγηθεί στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο η Ελλάδα θα υπάρξει γενικευμένη αδυναμία πληρωμών είναι το γεγονός ότι δεν παρουσιάζεται ομαλή κατανομή του δημοσίου χρέους στο χρόνο με αποτέλεσμα τα εκδομένα στο παρελθόν ομόλογα να ωριμάζουν μαζικά τα αμέσως επόμενα χρόνια με το 2010 να πρέπει να αποπληρωθούν σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Οικονομικών περίπου 25 δις ευρώ. Το 2009, που σχεδόν κοντέψαμε να κηρύξουμε στάση πληρωμών, έπρεπε να επιστρέψουμε σχεδόν 12 δις (πιο κάτω από τα μισά).

Αν και τα στοιχεία είναι αναξιόπιστα ωστόσο δείχνουν ότι τον επόμενο χρόνο έχουμε να αποπληρώσουμε πάνω από το διπλάσιο ποσό των δανειακών υποχρεώσεων που είχαμε φέτος. Αυτό το γνωρίζουν οι αγορές και θα κερδοσκοπήσουν σε βάρος μας λόγω της ανικανότητάς μας καθώς αυτό είναι και το αντικείμενο των επιχειρήσεων.

Οι επιχειρήσεις είναι κερδοσκοπικοί μηχανισμοί, είτε αυτό αρέσει σε μερικούς είτε όχι.

Με αυτά και με άλλα προβλήματα η Ελληνική Κυβέρνηση προσπαθεί να πείσει για τις αγαθές προθέσεις της ενώ οδηγείται σε κινήσεις απελπισίας όπως είναι η σκέψη για την έκδοση ομολόγων με ρήτρα γιέν ή δολαρίου, μια επιλογή αυξημένου ρίσκου υπό τις παρούσες συνθήκες.

Φαίνεται ότι θα πάμε ακόμη χειρότερα σύμφωνα με το νόμο του Μέρφυ μέχρι να συνειδητοποιήσουμε τις άμεσες και δραστικές αποφάσεις που πρέπει να πάρουμε χωρίς βέβαια να πεθάνουμε τον ασθενή.


Επικοινωνία: