Τετάρτη 17 Ιουνίου 2009
Ψηφιακή Εποχή: Μια Άνοιξη που δε λέει να έρθει
Με αφορμή τη δημοσίευση εχθές 16.6.2009 της έκθεσης για την "Ψηφιακή Βρετανία" που κοινοποιήθηκε πανηγυρικά στο κοινό συμπίπτοντας σκόπιμα με επίσκεψη του Βρετανού πρωθυπουργού Γκόρντον Μπράουν (Gordon Brown) στις εγκαταστάσεις της εταιρείας Arqiva έχουμε να σχολιάσουμε τα εξής:
Λίγο ως πολύ σοκ προκαλεί σε εμάς τους Έλληνες το γεγονός ότι οι Βρετανοί δεν ανακοινώνουν τα μελλοντικά οράματά τους στην προοπτική της "Πράσινης Ανάπτυξης" όπως κάνει εδώ και κάποια χρόνια η "κληρονομική" αντιπολίτευση στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες, αλλά βάζουν στόχους που θα ακούγονταν ριζοσπαστικοί στα δικά μας αυτιά ίσως την περασμένη δεκαετία.
Προσεγγίζοντας κοινωνιολογικά θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι επιβεβαιώνεται και πάλι ένα πολιτισμικό, πολιτικό χάσμα Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης που έχει καταγραφεί πολλές φορές στην ιστορία της Γηραιάς Ηπείρου.
Οι χώρες που γνώρισαν την Οθωμανική κυριαρχία παρουσιάζουν πολιτικές ηγετικές ομάδες με διαφορετικές αξίες και ιδανικά από εκείνες που είχαν άλλη ιστορική πορεία.
Οι διαφορές δηλαδή δεν οφείλονται τόσο σε διαφοροποιήσεις σε λαϊκό επίπεδο αλλά στον τρόπο με τον οποίο οι τοπικοί άρχοντες αντιλαμβάνονται το ρόλο τους και θέτουν τις προτεραιότητες.
Κατά τη γνώμη μας αυτό οφείλεται σε έλλειψη, για ιστορικούς λόγους στην ανατολική Ευρώπη, μιας ισχυρής πολιτιστικής και πολιτικής ελίτ που θα θέτει κοινωνικά όρια στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική δράση.
Από καθαρά οικονομική σκοπιά, η Βρετανική αυτή προσέγγιση χρίζει ιδιαίτερης μελέτης.
Οι αγορές νέας τεχνολογίας, επικοινωνιών όπως και φαρμάκων θεωρούνταν κυκλικές και εναλλασσόμενες μεταξύ τους σε μια περίοδο δεκαετίας περίπου.
Τα επενδυτικά δηλαδή κεφάλαια έφευγαν από τις τηλεπικοινωνίες μόλις η αγορά έφτανε σε κάποιο κορεσμό και προωθούνταν στο φάρμακο χρηματοδοτώντας εκεί νέες ανακαλύψεις.
Θα πίστευε κανείς ότι λόγω και των επίκαιρων ιώσεων κάθε λογής είχε έρθει ο καιρός να γίνει πάλι το ίδιο σε βάρος των μικροτσίπς.
Φαίνεται ότι αυτό έχει αλλάξει και οι δύο χώροι δεν αποτελούν πλέον συγκοινωνούντα δοχεία αλλά στρατηγικές διπολικές αγορές:
Φάρμακο - Τρόφιμο και Τηλεπικοινωνίες - Πληροφορική.
Οι Βρετανοί επιμένουν λοιπόν στην ψηφιακή εποχή προσπαθώντας να εκμεταλλευτούν τις εξελίξεις στο χώρο φιλοδοξώντας να γίνουν η ηγέτιδα χώρα στην Ευρώπη ιδιαίτερα στο χώρο των υποδομών.
Από την άλλη μεριά επιθυμούν να αφομοιώσουν τη ψηφιακή τεχνολογία στην καθημερινή πρακτική.
Η μείωση του σχετικού κόστους σε απόδοση ενός μικροεπεξεργαστή είναι τέτοια ώστε αναλογικά αν είχε γίνει μια αντίστοιχη επανάσταση, στην αυτοκινητοβιομηχανία για παράδειγμα, θα μπορούσαμε να αγοράσουμε μια Ρόλς-Ρόις μόνο με 1 ευρώ.
Υπάρχουν δηλαδή απίστευτες δυνατότητες ενσωμάτωσης της ψηφιακής τεχνολογίας στην καθημερινότητά μας που θα ξεκινούν από κέντρα ελέγχου και κατανεμημένα συστήματα με πρόσβαση του πολίτη έως το καζανάκι του ιδιαίτερου δωματίου του σπιτιού μας.
Μια επενδυτική υπερ-αισιοδοξία όμως προκαλεί πάντα οικονομική κρίση.
Αυτή η κρίση που βιώνουμε σήμερα άλλωστε οφείλεται κατά τη γνώμη μας και στις αλόγιστες ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις στην ψηφιακή τεχνολογία που δεν έχουν δημιουργήσει απτό θετικό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στην παραγωγή αλλά αντίθετα έχουν φορτώσει με αντι-οικονομικά βάρη τους τελικούς καταναλωτές, επιχειρήσεις και νοικοκυριά, χωρίς να υπολογίσει κανείς τη στέρηση πόρων από παραδοσιακούς κλάδους που εκδηλώνεται με αύξηση της τιμής των τελικών προϊόντων τους, τροφίμων, πρώτων υλών, κλπ.
Αυτή η στροφή προς κάτι νέο όταν ιδιαίτερα επηρεάζει τους συντελεστές της παραγωγής είναι αποτελεσματική όταν γίνεται από ανάγκη και αναγκαιότητα ιδιαίτερα για μείωση του κόστους και όχι μετά από κρατική ή άλλη παρέμβαση.
Το Κράτος λοιπόν θα πρέπει να περιορίζεται να παρέχει εγγυήσεις πρόσβασης σε όλους. Κυρίως πρόσβασης στην πληροφορία και ενημέρωση.
Η εμμονή αυτή των Βρετανών στην ψηφιακή τεχνολογία υπαγορεύεται όμως και από λόγους εθνικής ασφάλειας.
Βρετανία, Αυστραλία και Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν τα παγκόσμια ψηφιακά λιμάνια.
Κάθε ψηφιακή πληροφορία θα πρέπει αν είναι δυνατό να περνά από αυτά και να μπορεί να αξιολογηθεί και να ταυτοποιηθεί αυτόματα και άμεσα.
Το ερώτημα και πάλι όμως είναι:
Οικονομικά δικαιολογούνται αυτές οι επιλογές έστω και για λόγους εθνικής ασφάλειας;
Η απάντηση είναι όχι.
Το μάρμαρο θα το πληρώσουν τελικά οι λαοί στις χώρες που συμμετέχουν σε διεθνείς οργανισμούς κάθε μορφής οι οποίοι τελικά θα αναγκαστούν να νομοθετήσουν ανάλογα και να πληρώσουν με το παραπάνω όσα χρειάζονται για το κυνήγι αόρατων εχθρών και την αντιμετώπιση "ασύμμετρων απειλών".
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου